Αντιδράσεις.
Κρατά το
τιμόνι σφικτά με το βλέμμα προσηλωμένο
στο δρόμο, τα μαύρα μάτια της Χρύσας
μαρτυρούν την αγωνία και τον πόνο που
μαίνεται μέσα της. Ο Χρήστος δίπλα της
μένει και εκείνος σιωπηλός. Τρίβει τον
καρπό του καθώς θυμάται το κρύο μέταλλο
των χειροπεδών. Κάπου στο πίσω μέρος
του μυαλού του νιώθει την απώλεια της
αδερφής του. Πιέζει με δύναμη την περιοχή
ανάμεσα από το δείκτη και τον αντίχειρά
του. Ο σωματικός πόνος τον βοηθούσε να
ξεχάσει.
Από τον
περασμένο χρόνο είχε σκεφτεί πολλές
φορές να πληγώσει τον εαυτό του. Όμως
ήταν δειλός, έτσι κατέληγε στο αλκοόλ
και αργότερα στα ναρκωτικά. Μόνο τότε
αισθανόταν χαρούμενος, μόνο τότε μπορούσε
να νιώσει την Έλλη δίπλα του. Με το ζεστό
της χαμόγελο και τα μάτια σαν κεχριμπάρια.
«Και εμένα
μου λείπει»